Τάνγκο



Το τάγκο, από τα Ισπανικά, είναι είδος μουσικής (σε ρυθμό 2/4 ή 4/4) και αντίστοιχου χορού. Το τάγκο γεννήθηκε, ήκμασε και ακμάζει ακόμη στην περιοχή του Ρίο δε λα Πλάτα, δηλαδή στην Αργεντινή και την Ουρουγουάη, αλλά και διαδόθηκε σχεδόν σε όλον τον κόσμο. Η Ισπανική λέξη tango ετυμολογείται πιθανόν από την γλωσσική οικογένεια Niger-Congo της Δυτικής Αφρικής και είναι συγγενής με την λέξη tamgu (χορός/χορεύω) της γλώσσας Ibibio αυτής της οικογένειας.
Αποτέλεσμα εικόνας για τάνγκο

Ιστορία του ταγκό:

Το τάνγκο πριν το 1910


Οι ρίζες του τάγκο είναι πολλές και διαφορετικές: η μουσική και τα τραγούδια των gauchos (γκάουτσος, ενικός gaucho, ο Αργεντίνος κάου-μπόϋ) που είχαν επιρροές από την Ανδαλουσία της Ισπανίας και συνοδευόταν από παλαμάκια και κτυπήματα με το τακούνι, το Αφρικανικής προέλευσης (από το Κογκό) candombe που παιζόταν με κρουστά και οι αντίστοιχοι χοροί του μαύρου πληθυσμού, το bel canto και η canzonetta των Ιταλών μεταναστών μαζί με το πιο εξευγενισμένο χορευτικό τους στυλ, η Ισπανο-Κουβανική habanera, το βαλς. Συγγενή είδη με το τάγκο είναι η μιλόγκα και το Αργεντίνικο βαλς (vals criollo). 

Τα πρώτα τάγκο παιζόντουσαν από μετανάστες στο Μπουένος Άιρες και το Μοντεβιδέο. Μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα, το τάγκο ήταν ευρέως διαδεδομένο στις λαϊκές γειτονιές του Μπουένος Άϊρες αλλά αντιμετωπιζόταν εχθρικά από την αστική τάξη, στα προκατειλημμένα μάτια της οποίας φάνταζε σαν συνδεδεμένο με τον υπόκοσμο και τους οίκους ανοχής, σύνδεση που κάνουν συχνά διάφορες αναφορές στην ιστορία του τάγκο, που στην πραγματικότητα όμως απλώς αντανακλούν την αρχική προκατάληψη εναντίον του. Ο συγγραφέας Χόρχε Λουίς Μπόρχες (Jorge Luis Borges) φέρει αρκετό βάρος της ευθύνης για την διάδοση της λανθασμένης ταύτισης των ριζών του τάγκο με τους οίκους ανοχής.Ο τρόπος που χορευόταν τότε το τάγκο έμοιαζε με το στυλ που τώρα είναι γνωστό στην Αργεντινή ως canyengue (κανζένγκε), που χαρακτηρίζεται από το λύγισμα των γονάτων, την κλίση του σώματος προς τα μπρος, την αμοιβαία στήριξη του ζευγαριού, και την επαφή στην κοιλιά. Αυτό το στυλ είχε έντονα Αφρικανικά στοιχεία αλλά με την πάροδο του χρόνου υποχώρησε και έδωσε την θέση του σε ένα στυλ με περισσότερη μεγαλοπρέπεια.

Η πρώτη γενιά των ερμηνευτών τάγκο αναφέρεται σαν η "Παλιά Φρουρά" (Guardia Vieja). Το πρώτο τάγκο που ηχογραφήθηκε ήταν του Angel Villoldo (Άνχελ Βιζόλντο). Η μουσική παιζόταν με όργανα που μπορούσαν εύκολα να μεταφερθούν: τρίο φλάουτο-κιθάρα-βιολί, με το μπαντονεόν να φτάνει περί τα τέλη του 19ου αιώνα.

Αποτέλεσμα εικόνας για χορος τανγκο

Η περίοδος 1910-1920 και η "ταγκομανία"


Η δεκαετία 1910-1920 είναι η περίοδος της διεθνούς "ταγκομανίας."Γύρω στα 1910 το τάγκο άρχισε να χορεύεται έξω από την Αργεντινή, ως ένας καινούριος χορός της μόδας, από τις αστικές τάξεις, ακόμη και από την αριστοκρατία, πρώτα στο Παρίσι και μετά στην υπόλοιπη Ευρώπη και στην Βόρεια Αμερική, πράγμα που αντανακλάται σε πολυάριθμα άρθρα στον τύπο και επίσης στα εγχειρίδια κοινωνικών χορών της εποχής, που περιλαμβάνουν και το τάγκο. Εν μέρει εξ αιτίας της διάδοσής του μεταξύ των αστών και των αριστοκρατών της Ευρώπης το τάγκο την ίδια περίοδο αρχίζει να γίνεται αποδεκτό από τις αντίστοιχες τάξεις στην Αργεντινή.

Το 1921, στην ταινία The Four Horsemen of the Apocalypse (Οι Τέσσερεις Ιππότες της Αποκαλύψεως), ο διάσημος σταρ του κινηματογράφου της εποχής Ροντόλφο Βαλεντίνο) χορεύει ένα τάγκο, τεκμηριώνοντας έτσι την δημοτικότητα αυτού του χορού αλλά και συμβάλλοντας στην παραπέρα διάδοσή του. Πάντως το τάγκο που χορεύει δείχνει απότομο και άτεχνο, και ακόμη το χορεύει ντυμένος gaucho (γκάουτσο), δηλαδή αργεντίνος κάου-μπόϋ, όπως επιβάλλει ο ρόλος του, κάτι που δεν συνάδει με την γέννηση του τάγκο στην πόλη και από τους κατοίκους της, έστω και με ρίζες στην ύπαιθρο.

Την ίδια περίοδο το τάγκο φτάνει και στην Ελλάδα. Ήδη το 1914 οι οπερέτες "Πόλεμος εν Πολέμω" του Σπύρου Σαμάρα και "Στα Παραπήγματα" του Θεόφραστου Σακελλαρίδη περιλαμβάνουν Ελληνικά τάγκο. Στα επόμενα χρόνια, και ιδίως στον μεσοπόλεμο, κυκλοφορούσαν πάνω από εκατό Ελληνικά τάγκο κάθε χρόνο.

Η περίοδος 1920-1935 και ο Κάρλος Γκαρδέλ


Στην Αργεντινή της δεκαετίας του 20 το τάγκο, εν μέρει σε αντανάκλαση της δημοτικότητάς του στην Ευρώπη και την Βόρεια Αμερική, βγαίνει από το περιθώριο και γίνεται πλέον αξιοσέβαστο και ως μουσική και ως χορός από τις μεσαίες τάξεις, που είναι πλέον διατεθειμένες να συντηρήσουν αίθουσες και επαγγελματίες μουσικούς με κλασσική παιδεία.

Παράλληλα, σπουδαίοι Αργεντίνοι μουσικοί και τραγουδιστές ταξιδεύουν στην Ευρώπη, όπως ο Φρανσίσκο Κανάρο (Francisco Canaro) που φθάνει στο Παρίσι με την ορχήστρα του το 1925 και ο Κάρλος Γκαρδέλ (Carlos Gardel) που τραγουδά εκεί το 1928.

Ο Κάρλος Γκαρδέλ (Carlos Gardel) (1890-1935) είναι ο τραγουδιστής που στην Αργεντινή θεωρείται σχεδόν εθνικός ήρωας ή ημίθεος και συνδέθηκε με τη μετάβαση του τάγκο από μουσική των λαϊκών γειτονιών σε απόλυτα αποδεκτό άκουσμα για τη μεσαία τάξη. Ουσιαστικά δημιούργησε το tango-canciónτραγουδώντας το 1917 το "Mi Noche Triste".

Η Χρυσή Εποχή, 1935-1955


Η "Χρυσή Εποχή" του τάγκο ήταν η περίοδος 1935-1955, η οποία συνέπεσε περίπου με την εποχή των μεγάλων ορχηστρών τζαζ στις Η.Π.Α.

Μερικές από τις πολλές δημοφιλείς ορχήστρες αυτής της περιόδου ήταν του Juan d'Arienzo (Χουάν Ντ'Αριένσο, 1900-1976, γνωστός ως el rey del compás -o βασιλιάς του ρυθμού- για τον επίμονο και σταθερό ρυθμό του), του Francisco Canaro (Φρανσίσκο Κανάρο, 1888-1964) και του Aníbal Troilo (Ανίβαλ Τρόιλο, 1914-1975).
Η περίοδος 1955-1983
Ο σημαντικότερος συνθέτης του τάγκο μετά την χρυσή εποχή, αλλά και ένας από τους σημαντικότερους όλων των εποχών, είναι ο Astor Piazzolla (Άστορ Πιατσόλα, 1921-1992) του οποίου τα σημαντικότερα έργα ηχογραφήθηκαν από το 1960 μέχρι τον θάνατό του το 1992.
Στο Μπουένος Άιρες τη δεκαετία του '70 έγιναν απόπειρες να αναμειχθεί το τάγκο με άλλα μουσικά είδη, όπως την τζαζ και το ροκ. Ο Litto Nebbia και οι Siglo XX ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς εκπρόσωποι αυτού του κινήματος.
Αποτέλεσμα εικόνας για χορος τανγκο

Η περίοδος της αναγέννησης, από το 1983 και μετά


Το 1983 σηματοδοτεί αφ ενός την πτώση της δικτατορίας στην Αργεντινή και αφ ετέρου την εμφάνιση της μουσικοχορευτικής θεατρικής παράστασης Tango Argentino, που περιόδευσε την Ευρώπη και την Βόρεια Αμερική. Και τα δύο γεγονότα θεωρούνται ότι συνέβαλλαν στην αναγέννηση του ενδιαφέροντος για το τάγκο, ως μουσική και ως χορό, τόσο στην Αργεντινή όσο και στον υπόλοιπο κόσμο.

Ακμάζουν ξανά ορχήστρες που παίζουν κλασσικά τάγκο (Sexteto Mayor, Color Tango, και πολλές άλλες) και νέοι τραγουδιστές που ακόμη και όταν τραγουδούν καινούρια τραγούδια μένουν πιστοί στο ήθος και το ύφος του τάγκο (π.χ. ο Daniel Melingo).

Άλλες πρόσφατες τάσεις μπορούν να περιγραφούν ως "ηλεκτρο-τάγκο" ή "κράμα-τάγκο", όπου οι ηλεκτρονικές επιδράσεις μπορούν να είναι από ανεπαίσθητες έως κυρίαρχες. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν το συγκρότημα Tanghetto.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου